We’ve updated our Terms of Use to reflect our new entity name and address. You can review the changes here.
We’ve updated our Terms of Use. You can review the changes here.

Ε​κ​κ​λ​η​σ​ι​α​σ​τ​ή​ς (live)

by Lowtronik

/
1.
Λόγια του Εκκλησιαστή, γιου του Δαβίδ, βασιλιά στην Ιερουσαλήμ. «Ματαιότης ματαιοτήτων, είπεν ο εκκλησιαστής. Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης». Ποιο είναι το κέρδος του ανθρώπου, απ’ όλο τον αγώνα που αγωνίζεται κάτω απ’ τον ήλιο; Γενιά φεύγει και γενιά έρχεται κι η γη στη θέση της πάντα. Και βγαίνει ο ήλιος και βασιλεύει ο ήλιος κι όλο και βιάζεται να πάει στο μέρος απ’ όπου ξεκίνησε. Κατά το νοτιά τραβάει ο άνεμος και προς το βοριά γυρίζει κι αδιάκοπα στριφογυρίζει και πάει και ξαναγυρίζει στα στριφογυρίσματά του ο άνεμος. Όλα τα ποτάμια τραβάνε στην θάλασσα κι η θάλασσα ποτές δε γεμίζει. Στον τόπο απ' όπου ξεκινούν τα ποτάμια, εκεί ξαναγυρίζουν και πάνε. Όλα τα πράματα είναι μόχτο γεμάτα, που να το ανιστορήσει δε δύνεται ο άνθρωπος. Το μάτι δε χορταίνει να βλέπει και το αυτί δε γεμίζει ν' ακούει. Εκείνο που ύπαρξε, αυτό θάναι πάλι. Κι ότι γένηκε αυτό θα ξαναγίνει. Και κάτω από τον ήλιο νέο κανένα δεν είναι. Έχει πράμα, που να μπορεί κανείς να πει γι' αυτό: Δες, αυτό είναι νέο; Θά ‘χει γίνει πια στους αιώνες τους πριν από μας. Κανείς τα περασμένα δεν τα θυμάται. Και τα μελλούμενα κανείς δεν θα τα θυμηθεί, απ’ όσους θα υπάρξουνε υστερότερα.
2.
Εγώ, ο εκκλησιαστής, γιος του Δαβίδ, βασιλιάς στην Ιερουσαλήμ, βάλθηκα με την καρδιά μου να τα εξετάσω και να τα ερευνήσω όλα με σοφία. Τα είδα όλα όσα γίνουνται κάτω απ’ τον ήλιο κι ήταν όλα ματαιότης και τυραννία του νου. Το στραβό δε μπορεί να γίνει ίσιο Και κείνο που λείπει δεν μπορεί να λογαριαστεί. Μέσα στο λογισμό μου εγώ απολογήθηκα κι είπα: Να! εγώ. Τράνεψα και ξεπέρασα στη σοφία όλους όσους υπήρξαν πριν από μένα. Κι η καρδιά μου απόλαψε πολλή σοφία και γνώση. Και βάλθηκα με την καρδιά μου να γνωρίσω τη σοφία και να καταλάβω την ανοησία και την ανεμυαλιά. Κατάλαβα όμως πως κι αυτό είναι μια τυραννία του νου. Γιατί μέσα στην πολλή σοφία. βρίσκεται και λύπη πολλή. Κι όποιος πληθαίνει τη γνώση τη θλίψη πληθαίνει. Κι είπα μέσα στην καρδιά μου. Έλα να σε δοκιμάσω τώρα στην ευχαρίστηση. Απόλαψε αγαθά. Κι όμως ματαιότης ήταν κι αυτό. Κι είπα στο γέλιο: Ανοησία! Και στην χαρά: Τι φελάει κι' αυτή!
3.
Αποφάσισα να ευχαριστήσω τη σάρκα μου με το κρασί, ενώ η καρδιά μου πορευόταν ακόμα με σοφία, και να μην ξεκόψω κι από την τρέλα, ως που να δω ποιο είναι το καλό, που πρέπει να κάνουν οι γιοί των ανθρώπων, όσο ζούνε κάτω από τον ουρανό. Κι έκανα για λόγου μου μεγάλα πράματα. Έχτισα σπίτια και φύτεψα αμπέλια. Έκανα περιβόλια και κήπους και φύτεψα δέντρα για κάθε λογής καρπό. Έφκιασα δεξαμενές για νερά για να ποτίζω απ’ αυτές το δεντροφυτεμένο λιβάδι. Απόχτησα δούλους και δούλες και παιδιά απ’ αυτές, γεννημένα μέσα στο σπίτι μου. Απόχτησ’ ακόμα κοπάδια και βουκολιά, πιότερ’ απ όσους ύπαρξαν πριν από μένα. Σύναξ’ ασήμι και χρυσάφι και θησαυρούς διαλεχτούς βασιλιάδων και τόπων. Προμηθεύτηκα τραγουδιστάδες και τραγουδίστρες, κάθε λογής ερωμένες κι όλες τις ανθρώπινες ηδονές. Και τράνεψα και μεγάλωσα πιότερο απ’ όσους ύπαρξαν πριν από μένα. Κι ό,τι ζήτησαν τα μάτια μου δεν τους το αρνήθηκα. Από καμιάν απόλαψη δε στέρησα την καρδιά μου. Και κοίταξα όλα τα έργα που κάναν τα χέρια μου κι όλους τους μόχτους που μόχτησα κι ήταν όλα ματαιότης και τυραννία του νου. Και κέρδος κανένα κάτω απ’ τον ήλιο.
4.
Και σιχάθηκα τη ζωή | και τ’ αηδίασα όλα όσα γίνουνται κάτω απ’ τον ήλιο. Όλα είναι ματαιότης και τυραννία του νου. Και σιχάθηκα κάθε μου μόχτο που μόχτησα κάτω απ’ τον ήλιο, γιατί θα τον αφήσω στον άνθρωπο που θα ‘ναι ύστερ’ από μένα. Και ποιος ξέρει αν αυτός θα ‘ναι σοφός ή ανόητος. Ματαιότης κι αυτό. Γι’ αυτό κι εγώ απελπίστηκα για τον κάθε μου μόχτο που μόχτησα κάτω απ’ τον ήλιο. Γιατί τι κερδίζει ο άνθρωπος απ’ όλο το μόχτο του κι απ’ το μαρτύριο της καρδιάς του, που αγωνίζεται κάτω απ’ τον ήλιο; Όλες οι μέρες του πόνος. Κι ο αγώνας του λύπη. Ούτε τη νύχτα δεν κοιμάται η καρδιά του. Ματαιότης κι αυτό και μεγάλο κακό.
5.
Καιρός για όλα κι ώρα για το κάθε πράμα κάτω από τον ουρανό. Καιρός που γεννιέσαι και καιρός που πεθαίνεις. Καιρός που φυτεύεις και καιρός που ξεριζώνεις εκείνο που φύτεψες. Καιρός που σκοτώνεις και καιρός που γιατρεύεις. Καιρός που γκρεμίζεις και καιρός που χτίζεις. Καιρός που θρηνείς και καιρός που χορεύεις. Καιρός που πετάς πέτρες και καιρός που συνάζεις πέτρες. Καιρός που αγκαλιάζεις και καιρός που αποτραβιέσαι από το αγκάλιασμα. Καιρός που αποχτάς και καιρός που χάνεις. Καιρός που φυλάς και καιρός που πετάς. Καιρός που σκίζεις και καιρός που ράβεις. Καιρός που σωπαίνεις και καιρός που μιλάς. Καιρός που αγαπάς και καιρός που μισείς. Καιρός πολέμου και καιρός ειρήνης. Είδα το μαρτύριο που έδωσεν ο Θεός στους γιους των ανθρώπων. Όλα τα έκανε καλά, το καθένα στην ώρα του. Κι έβαλε μέσα στην καρδιά τους την αιωνιότητα, χωρίς να μπορεί να καταλάβει ο άνθρωπος, από την αρχή ως το τέλος, το έργο που έκανε ο Θεός. Ό,τι έγινε ήταν. Κι ό,τι θα γίνει ήταν καμωμένο.
6.
Και σκέφτηκα για την υπόσταση των ανθρώπων. Κι είπα: Θα τους δοκιμάσει ο Θεός και θα δούνε κι οι ίδιοι πως τίποτ’ άλλο δεν είναι παρά χτήνη. Γιατί όποιο το τέλος του ανθρώπου, αυτό και το τέλος του χτήνου. Ένα είναι το τέλος τους. Όπως πεθαίνει ετούτο, πεθαίνει και κείνος. Κι η ίδια πνοή είναι σ’ όλους. Κι ο άνθρωπος σε τίποτα δεν είναι ανώτερος από το χτήνο. Γιατί ‘ναι όλα ματαιότης. Όλα καταντάνε στον ίδιο τόπο. Όλα από το χώμα γίνανε και στο χώμα γυρίζουν. Ποιος ξέρει αν το πνεύμα του ανθρώπου ανεβαίνει απάνω και το πνεύμα του χτήνου κατεβαίνει κάτω στη γη. Είδα λοιπόν πως καλύτερο δεν έχει παρά να φχαριστιέται ο άνθρωπος από τα έργα του. Αυτό είναι το μερίδιό του. Ποιος θα τον ξαναφέρει να δει τι θα γίνει κατόπι του; Ποιος θα τον ξαναφέρει;
7.
Οι δύο 03:12
Και γύρισα πάλι και είδα ματαιότητα κάτω απ’τον ήλιο. Είν’ένας και δέυτερος δεν υπάρχει. Δεν έχει ούτε γιο ούτε αδερφό. Κι όμως τέλος δεν έχει ο κάθε του μόχτος. Καλύτερα οι δυο παρά ο ένας. Γιατί αυτοί θα ‘χουν καλήν αντάμειψη για τον κόπο τους. Γιατί σαν πέσουν, ο ένας θα σηκώσει το σύντροφό του. Αλί στον έναν σαν πέσει και δεν έχει δεύτερο να τον σηκώσει. Κι αν πλαγιάσουν οι δυο μαζί, ζεσταίνουνται. Ο ένας όμως πώς θα ζεσταθεί; Κι αν κάποιος καταπονεί τον ένα, οι δυο μαζί θα του αντισταθούν. Το τριπλό σκοινί δεν κόβεται γρήγορα. Καλύτερος όμως κι από τους δυο είν’ εκείνος που δεν γεννήθηκε ακόμα και δεν είδε τις κακές τις πράξεις που γίνονται κάτω απ’ τον ήλιο.
8.
Κι εκατό παιδιά να κάνει κανείς και χρόνια πολλά κι αν ζήσει και γίνουν πολλά της ζωής του τα χρόνια κι η ψυχή του παραχορτάσει από αγαθά και μνήμα δε γνωρίσει, εγώ λέω πως το απόβαλμα είναι καλύτερο από κείνον. Γιατί μέσα στη ματαιότητα ήρθε, στο σκοτάδι θα πάει και τ’ όνομά του το σκοτάδι θα το σκεπάσει. Ούτε είδε ούτε γνώρισεν ήλιο κι όμως έχει ησυχία πολύ περισσότερη από κείνον. Όλοι δεν πάνε στον ίδιο τόπο ; Όλος ο μόχτος του ανθρώπου για το στόμα του είναι. Η ψυχή του όμως ποτές δεν χορταίνει. Σε τι λοιπόν είναι ανώτερος ο σοφός από τον ανόητο και τι κερδίζει ο φτωχός, όσο κι’αν ξαίρει να πορεύεται ανάμεσα στους ζωντανούς ; Καλύτερα λοιπόν να βλέπει κανείς με τα μάτια παρά να ψευτογελιέται με την ψυχή. Κι αυτό ματαιότης και τυραννία του νου. Ότι έχει γίνει πήρε πια τ’ονομά του. Όσο πληθαίνουν τα πράματα, πληθαίνει κ η ματαιότητα. Ποιό είναι το κέρδος του ανθρώπου λοιπόν; Ποιός ξέρει ποιό’ναι το καλό του ανθρώπου όσο ζει, σ’όλες τις μέρες της μάταιης ζωής του. Ποιός μπορεί να πει στον άνθρωπο τι θα γίνει ύστερ’από κείνον κάτω από τον ήλιο;
9.
Καλύτερο τ’ όνομα απ’ το ακριβότερο μύρο. Κι η μέρα του θανάτου από τη μέρα της γέννησης - Κάλλια να πας σε σπίτι θλίψης παρά σε σπίτι γλεντιού. Γιατί αυτό ‘ναι το τέλος του κάθε ανθρώπου, κι ας το βάλει στο νου του αυτό όποιος ζει. Κάλλιο λύπη παρά γέλιο. Γιατί από του προσώπου το κατσούφιασμα γίνεται πιο χαρούμενη η καρδιά. Των σοφών η καρδιά είναι στο σπίτι του πόνου. Η καρδιά των ανόητων στης χαράς το σπίτι. Κάλλιο ν’ ακούει ο άνθρωπος μάλωμα σοφού, παρά τραγούδι ανόητου. Γιατί σαν τον ήχο των αγκαθιών κάτω από το καζάνι είναι και των ανόητων το γέλιο. Ματαιότης είναι κι αυτό. Η καταπίεση, βέβαια, κάνει το σοφό να παραλογίζεται και το δώρο διαφθείρει την καρδιά. Κάλλιο το τέλος μιας υπόθεσης παρά το άρχισμά της. Καλύτερος ο ταπεινός από τον ξεπαρμένο. Μην ανάβεις γρήγορα, γιατί ο θυμός στων ανόητων τις καρδιές ξεκουράζεται. Μην πεις: Τάχα για ποιο λόγο οι περασμένες μέρες είναι καλύτερες απ’ αυτές; Φρόνιμα δε ρωτάς. Η σοφία αξίζει σαν και την κληρονομιά και χρειάζεται σ’ όσους θωρούν τον ήλιο. Γιατί ‘ναι σκεπή η σοφία, ως είναι σκεπή και το ασήμι. Της σοφίας όμως η υπεροχή είναι τούτη: Δίνει ζωή σε κείνους που την έχουν. Κοίτα το έργο του Θεού: Ποιος μπορεί να κάνει ίσιο εκείνο που έκαν’ εκείνος στραβό; Τη μέρα της ευτυχίας χαίρου. Κατά τη μέρα της δυστυχίας φυλάξου. Γιατί ο Θεός έκανε το ένα αντίμετρο του άλλου, για να μη βρίσκει ο άνθρωπος τίποτα που να ‘ναι ύστερ’ απ’ αυτόν. Όλα τα είδα στις μέρες τις ματαιότητάς μου. Υπάρχει δίκαιος που καταστρέφεται μες στη δικαιοσύνη του. Κι υπάρχει ασεβής που ‘ναι πολύχρονος μες στην κακία του. Μη γίνεσαι υπερβολικά δίκαιος και μη θαρρείς τον εαυτό σου υπερβολικό σοφό. Γιατί να καταστρεφτείς; Μη γίνεσαι υπερβολικά κακός. Μην είσαι ανόητος. Γιατί να πεθάνεις πριν την ώρα σου; Καλό να κρατάς κι αυτό. Κι από κείνο να μην τραβάς το χέρι σου. Γιατί όποιος φοβάται το Θεό, όλ’ αυτά θα τα ξεφύγει - Η σοφία δυναμώνει το σοφό, πιότερο κι από δέκα εξουσιαστές που ‘ναι μες στην πόλη. Γιατί δεν υπάρχει δίκαιος απάνω στη γη, που να μην κάνει το καλό και να μην πέφτει σε αμαρτία. Ακόμη, μη δίνεις προσοχή σ’ όλα τα λόγια που λέγονται, μη λάχει κι ακούσεις και το δούλο σου να σε κακολογεί. Γιατί πολλές φορές, και το ξέρεις πολύ καλά αυτό, και συ κακολόγησες άλλους. Όλ’ αυτά τα δοκίμασα με σοφία. Είπα, θα γίνω σοφός. Κι όμως αυτή έφυγε μακριά ‘πο μένα. Ό,τι είναι πολύ μακριά κι υπερβολικά βαθιά, ποιος μπορεί να το βρει;
10.
Γύρισα κι είδα κάτω από τον ήλιο πως ο δρόμος δεν είναι για τους γοργοπόδαρους, ούτε ο πόλεμος για τους δυνατούς. Ούτε το ψωμί για τους σοφούς, ούτε τα πλούτη για τους ξυπνούς, ούτε για τους άξιους η χάρη. Την ώρα του, ούτε ο άνθρωπος ο ίδιος την ξέρει. Σαν τα ψάρια που πιάνονται μες στο μοιραίο το δίχτυ και σαν τα πουλιά που πιάνονται στην παγίδα, έτσι πιάνονται κι οι γιοι των ανθρώπων στην κακιά την ώρα, άμα ξαφνικά πέσει απάνω τους. Αυτό ‘ναι το κακό σε όλα που γίνονται κάτω από τον ήλιο. Πως όλοι φτάνουν στο ίδιο τέλος. Κι όμως η καρδιά των ανθρώπων είναι γεμάτη κακία και μέσα στην καρδιά τους η ανεμυαλιά ‘ναι όσο ζούνε. Κι ύστερα προ τους νεκρούς τραβάνε. Γιατί όποιος βρίσκεται ακόμη ανάμεσα στους ζωντανούς, έχει ελπίδα. Ένα ζωντανό σκυλί, είναι καλύτερο από ‘να ψόφιο λιοντάρι. Γιατί οι ζωντανοί ξέρουν πως θα πεθάνουν. Οι πεθαμένοι όμως τίποτα τίποτα δεν ξέρουν. Ούτε έχουν καμιάν απόλαψη πια. Κι η θύμησή τους, κι αυτή ξεχάστηκε. Κι η αγάπη τους, ακόμα και το μίσος τους κι η ζηλοφτόνια τους, χαθήκανε κι αυτές. Και μερίδιο ποτές, στον αιώνα, δε θα ‘χουν απ’ όσα γίνονται κάτω απ’ τον ήλιο. Πήγαινε λοιπόν, φάε μ’ ευχαρίστηση το ψωμί σου και πιες το κρασί σου με χαρούμενη καρδιά. Ας είναι πάντα λευκά τα ρούχα σου κι ας μη λείψει το λάδι από το κεφάλι σου. Απόλαψε τη ζωή με τη γυναίκα που αγάπησες, όλες τις μέρες της μάταιης ζωής σου, όσες σου δόθηκαν κάτω από τον ήλιο, όλες τις μέρες της ματαιότητάς σου. Γιατί αυτό μονάχα θα σου μείνει στη ζωή και στον αγώνα που αγωνίζεσαι κάτω απ’ τον ήλιο. Όσα περνούν από το χέρι σου κάνε τα, κατά τη δύναμή σου. Γιατί ούτε πράξη, ούτε γνώση, ούτε λογισμός, ούτε σοφία υπάρχει εκεί στον άδη που πας.
11.
Ρίξε το ψωμί σου στων νερών την άπλα πάνω, γιατί με μέρες πολλές θα το βρεις. Δώσε μερίδιο σ’ εφτά κι οχτώ ακόμη, γιατί δεν ξέρεις τι κακό μπορεί να γίνει απάνω στη γη. Άμα τα σύννεφα είναι γεμάτα, θα σκορπίσουν βροχή απάνω στη γη. Κι άμα ένα δέντρο πέσει κατά το νοτιά ή κατά το βοριά, στον τόπο όπου θα πέσει το δέντρο, εκεί θα μείνει. Όποιος κοιτάει τον άνεμο δε θα σπείρει. Κι όποιος τηράει τα σύννεφα δε θα θερίσει. Σπείρε το πρωί το σπόρο σου και το βράδυ ας μην ησυχάσει το χέρι σου. Γιατί δεν ξέρεις αν θα πιτύχει αυτό ή εκείνο ή αν, μαζί, θα ‘ναι καλά και τα δυο. Γλυκό ‘ναι, βέβαια, το φως κι ευχάριστο στα μάτια κείνων που αντικρίζουν τον ήλιο. Κι αν όμως ζήσει ο άνθρωπος χρόνια πολλά και φχαριστιέται απ’ όλα ετούτα, ας θυμάται: του σκοταδιού οι μέρες θα ‘ναι πιο πολλές. Όλα όσα γίνονται είναι ματαιότης. Γλέντα λοιπόν, παλικαράκι μου, τα νιάτα σου κι ας σε γεμίζει χαρά η καρδιά σου στις μέρες της νιότης σου. Περπάτα κατά τις αποθυμιές της καρδιάς σου και κατά πού βλέπουν τα μάτια σου. Πριν έρθουν οι κακές οι μέρες και φτάσουν τα χρόνια που θα πεις: Τίποτα δεν μ’αρέσει. Πριν σκοτεινιάσει ο ήλιος και το φως και το φεγγάρι και τ’ άστρα και ξανάρθουν τα σύννεφα μετά τη βροχή. Τότες που οι φύλακες του σπιτιού θα τρομάξουν κι οι δυνατοί οι άντρες θα λυγίσουν, και θα σταματήσουν εκείνες που αλέθουν, γιατί θα ‘χουν λιγοστέψει. Κι όσες βλέπουν απ’ τα παράθυρα θα σκοτιστούν και θα κλειστούν τα θυρόφυλλα πάνω στο δρόμο και θ’ αδυνατίσει η φωνή εκείνης που αλέθει και θα ξεσπά κάθε άνθρωπος στη φωνή του πουλιού κι όλες οι κοπέλες του τραγουδιού θ’ ατονήσουν και θα φοβηθούν τ’ αψήλος και θα τρομάξουν στο δρόμο. Άμα θ’ ανθίσει η αμυγδαλιά και θα της δίνει η ακρίθα βάρος και θα λείψει η όρεξη, γιατί ο άνθρωπος τραβά στην αιώνια κατοικία του. Πριν κοπεί η ασημένια αλυσίδα και σπάσει η λυχνία η χρυσή και τσακιστεί η στάμνα στη βρύση και χαλάσει ο μάγγανος του πηγαδιού και γυρίσει το χώμα στη γη όπως ήταν και το πνεύμα στο Θεό που το ‘χει δώσει. Ματαιότης ματαιοτήτων, είπεν ο εκκλησιαστής, τα πάντα ματαιότης

about

Ζωντανή ηχογραφηση της ομώνυμης παράστασης του Αντώνη Αντωνόπουλου
Η παράσταση Εκκλησιαστής ανέβηκε στο Bios , τον Απρίλιο και το Μάιο του 2018. Οι ηχογραφήσεις έγιναν στις 5 και 6 Μαϊου 2018

credits

released May 8, 2018

Μετάφραση: Κώστας Ι. Φριλίγγος

Φωτογραφία Εξωφύλλου: Γκέλυ Καλαμπάκα

license

all rights reserved

tags

If you like Lowtronik, you may also like: